afrolex

- 2005: Ξεκινώντας ένα τρίμηνο οδοιπορικό στη Γουϊνέα και στο Μάλι, ενδιαφέρον μας φάνηκε να αφηγούμασταν τις καυτές εικόνες που θα συναντάμε στους φίλους, εικόνες που θα τους συγκινούσαν και θα τους διατηρούσαν κοντινή και ελκυστικότερη την εικόνα μας! - 20/12/2010: Five years after, το sequel, σαν λογοτεχνικό έργο σε συνέχεια!

Όνομα:

Κυριακή, Ιανουαρίου 08, 2006

Αισιόδοξο


Για το Conakry είχαμε ξεκινήσει χωρίς ιδιαίτερες επαφές, ελπίζοντας ότι στο αεροπλάνο θα βρίσκαμε τις κατάλληλες που κάπως θα μας έλυναν το πρόβλημα της ασφαλούς στέγης –σε μια πόλη που το corruption όπως λένε ανθίζει και καθώς η άφιξη ήταν για τις 3:30 τα μεσάνυχτα- και που θα μας δικτύωναν επίσης στα περί των κρουστών.

Αυτό το σκυλί το μαύρο ο Λ., ξέχωσε στην αίθουσα αναμονής ένα Γαλλάκι μεγαλωμένο στο Conakry που πήγαινε να παίξει κρουστά κανένα δίμηνο με τους μαύρους φίλους του και ένα τσούρμο Ιταλών από τη Γένοβα (2004), που θα τους περίμενε στο αεροδρόμιο ο μαύρος δάσκαλος τους djembe για να τους κάνει ένα σεμινάριο στη πόλη. Σωστό bingo! Μέσω του δάσκαλου Ibrahim που συνοδεύονταν από άντρα της ασφάλειας (!) ΚΑΙ αστυνομικό (προσοχή στο διαχωρισμό των εννοιών), βγήκαμε στα γρήγορα από το αεροδρόμιο-σιδηροδρομικό σταθμό και ξεφορτώσαμε στο σπίτι ενός φίλου του, του Sale, όπου και ξεραθήκαμε αμεσότατα -στο πάτωμα βέβαια, ως οι υπέρβαροι της νύχτας αυτής-, ο δε Γάλλος που έχασε τη βαλίτσα του στο αεροδρόμιο, μας γνώρισε αύριο στους φίλους του αλλά και στο γέρο της προηγούμενης φωτό, και από τότε μαζί τους παίζουμε και γελάμε –αυτό το τελευταίο, τα βραδάκια συνήθως- και αγοράσαμε και όργανα που τα φτιάχνουν οι ίδιοι.

Δύο μικρές παρατηρήσεις μόνο: Ο δάσκαλος αναγκάστηκε να ναυλώσει στο αεροδρόμιο και ένα “ταξί”, στο οποίο ανέβηκαν παντέρμα τα δύο ελληνόπουλα με τα μπαγκάζια τους. Πριν το κομβόϊ ξεκινήσει, ήρθε ο ασφαλίτης και μπήκε στο αμάξι, αλλάζοντας θέση στο άλλο αμάξι με το Λ. μιας και δε χωρούσαμε όλοι. Αυτό το σκηνικό, πρόσθεσε μια πρέζα γοητευτικού κινδύνου –που μόλις τον είχαμε αποφύγει φαίνεται- στη σκοτεινή βραδυά. Κατά τη διαδρομή, μεταξύ του οδηγού και του ασφαλίτη, επικρατούσε μια ευχάριστη για την εποχή ψυχρότης.
Και: Την άλλη μέρα το πρωί, η Ιταλιδούλα της παρέας ανακάλυψε ότι της έλειπαν 800 Ευρώ από τη τσάντα της. Στις 6 μμ, αυτή, ο δάσκαλος και ο Sale –ένα πολύ ευγενικό μαύρο άτομο- γύρισαν από την ολοήμερη στην ασφάλεια με 650 από αυτά, καθώς ο αστυνομικός -και όχι ο ασφαλίτης- έκανε σκληρό deal για να μην πάει φυλακή για την αρπαχτή.

Θάναι τώρα 3 τα χαράματα. Σηκώνομαι λίγο να φορέσω τα ρούχα μου γιατί άρχισα να νοιώθω τα τσιμπήματα των κουνουπιών, τα αφρικάνικα φαίνεται ότι δεν βουίζουν πολύ, έτσι απλώς κάποια στιγμή αρχίζεις να ξύνεσαι και αυτό είναι απολύτως αποφευκταίο όπως λέει και στις οδηγίες του περίφημου δηλητήριου Lariam, γιατί σημαίνει ότι σε έχουν φάει τα κουνούπια, τα οποία ως γνωστόν –έστω και ένα, μπορεί να σου μεταδώσει ένα από τους 4 τύπους της μαλάριας, κοινώς ελονοσίας. Ενέκυψα τελικά και εγώ και παίρνω τα φοβερά χάπια, παρότι προσφέρουν προστασία κατά το μισό μόνο και γυρνώντας πρέπει να τσεκάρουμε το συκώτι μας.

Αν γυρίσουμε δηλαδή!

Αυτό το θαυμαστικό δεν κρύβει φόβο και απαισιοδοξία για τους κινδύνους της υγείας μας, όχι, όχι. Εννοώ ότι αυτός ο γίγαντας της στοχοθέτησης, ο Λ. με ψήνει: Κι αν μέναμε εδώ? Να παίζουμε, να χορεύουμε, να οργανώνουμε σεμινάρια για τους Ευρωπαίους, να φτιάξουμε το τέλειο djembe και να κάνουμε εξαγωγές σ’ όλο το κόσμο, να γράφουμε blog για πάντα! Οπότε μπήκαμε στο trip να ψάχνουμε τη δύσκολη απάντηση στο ερώτημα:

Πόσο ωραία θα μπορούσε να είναι η ζωή μας εδώ?

Με την ώθηση που μας έδωσε αυτό το νέο ενδιαφέρον, εδώ και 3 ώρες έχουμε μετακομίσει σε σπίτι σένιο στο κέντρο της πόλης, πεντακάθαρο, με ρώσικο κλιματιστικό στο ένα δωμάτιο, μυθιστορηματικά ξεχαρβαλωμένο ανεμιστήρα στο άλλο (γυρίζει αργά και ρυθμικά από πάνω μου ακριβώς -και έλπιζα ότι το αεράκι θα έδιωχνε τα κουνούπια, αλλά με έχουν τσακίσει), τουαλέτα δυτικού τύπου, κουζίνα, ψυγείο, αυλή, ηλεκτρικό όλη μέρα και νερό τρεχούμενο τις μισές ώρες. Θα ’λεγα ότι είναι μια πρόοδος σε σχέση με το δωμάτιο που είχαμε μέχρι τώρα, που η ανατολικού τύπου τουαλέτα ήταν στον ίδιο χώρο με τη κρεβατοκάμαρη (χωρίς πόρτα), χωρίς ηλεκτρικό και χωρίς νερό, μακρυά από το κέντρο όπου χρειάζεται να ήμαστε καθημερινά.
Ναι, αλλά ρε φίλε, τώρα ΠΟΥ(?) είναι αυτό το μελίσσι της οικογένειας που μας ξυπνούσε από το χάραμα με το ζωντανό της βουητό, η αληθινή ζωή που σάλευε στο πλάϊ μας, το αδιάκοπο μαγείρεμα του μανιόκ με τα μυρμήγκια (c’ est pas grave!), το σκούπισμα με τις τέλειες ψάθινες σκούπες, οι σιωπές, η μελαγχολία και η ιδιαίτερη επικοινωνία που αναπτύσονταν καθώς σουρούπωνε ΑΜΕΤΑΚΛΕΙΤΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ? Ο Alpha, ο Sale, τα μαύρα μωρά της αυλής? Πριν τους αναγγείλουμε ότι φεύγουμε, -από ντροπή, ξαφνικά-, κατά τα μεσάνυχτα, είχαμε γιορτάσει μαζί τους το γάμο του Sale με μια όμορφη μαυρούλα που σχεδόν άρεσε και στο Λ. (σταθερά αμετάπιστος στο θέμα αυτό), και εγώ χόρεψα πόλκα ενώ αυτός έπαιζε στη τσαμπούνα καλαματιανό, αυτοί επέμεναν πάντως.

Εν πάσει περιπτώσει, τώρα που έχουμε ηλεκτρικό θα μπορούμε να κάνουμε τις μεταγραφές της μουσικής κανονικά, να παίζουμε καθημερινά, σε λίγο εξάλλου θα χαθούμε στην επαρχία, όπου δεν παίζουν πολυτέλειες και τα υπαρξιστικά (ψευτο)διλήματα θα ατροφήσουν.

Πόσο πολλά θαυμαστικά συσσωρευμένα! Στο αεροπλάνο λοιπόν, λέγαμε για τη Σιέρα Λεόνε, πόσο κοντά στο Κονακρύ είναι, πόσο παρθένο μέρος για τις μουσικές που ψάχνουμε, ένα μέρος όμως που ο χρόνιος εμφύλιος του έχει διαλύσει κάθε υποδομή και που όπως ξέραμε δεν πατάει λευκός ούτε για δείγμα. Σε λίγο, ανακαλύπτουμε ότι ο ευτραφής μαύρος που είναι δίπλα μας στη θέση και βλέπει DVD σε γκατζετάκι, είναι από τη Freetown (Σιέρα Λεόνε: πρωτεύουσα?) μετανάστης στις ΕΠΑ (ώπα!), δικηγόρος άρα έγκυρος(?...), που μας είπε πως άμα θέλουμε θα μας βοηθήσει να πάμε, θα μας δώσει σπίτι και συνοδό (αλεξίσφαιρο?) και ότι είναι ασφαλές μέρος (ιδέ: Irak). Θα έφευγε μάλιστα αμέσως για εκεί με το αμάξι του που τον περίμενε στο αεροδρόμιο και μες τη τρελή μας χαρά θα τον ψήναμε να μας πάρει, αλλά χρειαζόμασταν visa. Έχουμε το κινητό του τύπου και κάμποσα Imodium. Ψηνόμαστε τρελλά! Άν κανείς σας γνωρίζει κάτι έγκυρο περί του θέματος ας μας το πει τώρα (πριν ξεκινήσουμε), αλλιώς ας σιωπάσει για πάντα.

Μάλλον όλα αυτά τα ατελείωτα περί αεροδρομίου, αεροπλάνου κλπ, τα θυμήθηκα επειδή ο ανεμιστήρας κάνει ένα θόρυβο κινητήρα! Και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα επειδή μόλις το συνειδητοποίησα, τώρα δηλαδή, άλλαξα κι όλας θέμα (ιδού, δευτερευόντως, και η χρησιμότης της ψυχαναλύσεως):

Από το χώρο της Αφρικάνικης παραδοσιακής μουσικής το τελευταίο (??) μας θεματάκι!
Είδαμε μέχρι τώρα 3 live κρουστών:
- Mία dundumba, τη γιορτή δηλαδή όπου μαζεύονται σε ένα προαύλιο μουσικοί, χορευτές και χορεύτριες και παίζουν παραλλαγές του βασικού αυτού ρυθμού της δυτικοαφρικάνικης κουλτούρας και μαζεύουν και τίποτα φράγκα με δίσκο,
- Ένα ballet, κάτι αντίστοιχο με το παραπάνω αλλά λίγο πιο formal, λίγο πιο φανταχτερό, στολές, μηχανοργάνωση κλπ, που περιλαμβάνει μεγαλύτερο εύρος ρυθμών (Menjani, Tiriba, etc), και μαζεύουν και τίποτα φράγκα σε δίσκο,
- To live του Famadou Conate (στην αυλή του σπιτιού του!) και μάζεψαν ΟΛΑ τα φράγκα -σε δίσκο πάντα, γιατί όλοι τιμούσαν το Δάσκαλο δίνοντας άφθονα υπερπληθωριστικά χαρτονομίσματα,

και ακόμα, έχουμε παρακολουθήσει και παίξει με άλλους 3-4 νέους djembe fola.

Ε, και?

Μπορώ να πω ότι κατά τη προσωπική μου άποψη –και το τονίζω αυτό, μην έχουμε άλλα με τον ωραίο κοιμώμενο-, διακρίνω μία σαφή τεχνική βελτίωση των νεώτερων, σε σχέση με τα παλαιότερα ακούσματα. Σε όλες τις a.m. περιπτώσεις οι νέοι έπαίξαν πολύ τεχνικά, πολύ καθαρά, εντυπωσιακά γρήγορα, κροταλιστά. Από την άλλη, η γριά κότα έχει το ζουμί, και μπορώ να πω ότι προτιμώ τη σολιστική προσέγγιση του ηλικιωμένου Famadou, και το σοφιστικέ παιχνίδισμα των ολιγότερων σε ποσότητα χτυπημάτων με τη θέση (tempo). Έστω, κι αν με ένοιαξε για λίγο (από το: έγνοια, παράγωγο: σε νοιάζομαι) μήπως ο ίδιος λυπήθηκε πολύ που ο κέρβερος χρόνος φυλάει τη δύναμη για τους νεώτερους. Μη λυπάσαι πολύ, Famadou. Κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι αυτό (εκτός ίσως από τον Τζακ Μπάρον).

Απόψε, σ’αυτό το πολιτισμένο δωμάτιο, μπροστά σ’αυτό το lap top, απόλυτο σύμβολο του πολιτισμού, με τσίμπησαν περισσότερα κουνούπια απ’ όσα όλες τις προηγούμενες μέρες στη σκοτεινή αυλή.-